Δειλά αλλά σταθερά λέω να λύσω τη σιωπή μου. Δεν έχω να καταγράψω κάτι αστείο ή συγκλονιστικό ή θαρραλέο. Λίγο σινεμά, κανένα μουσείο, η κλασική πια ξενάγηση των φιλοξενούμενων στο Νέο Μουσείο Ακρόπολης, παρουσιάσεις, ομιλίες, εγκαίνια και όλα βαίνουν καλώς. Ή μήπως όχι;
Όχι. Γιατί δε βλέπω τίποτε που να μου κινητοποιεί τη σκέψη, ειλικρινά τίποτε. Βλέπω καλές ή κακές προσπάθειες, μικρές αλήθειες ή μεγαλύτερα ψέματα, ιεραρχίες, ομάδες, αλλά δε βλέπω τίποτε προκλητικό, τίποτε συγκλονιστικό. Τίποτε. Δεν έχω υπάρξει ποτέ πιο δραστήρια "κοινωνικά" και ποτέ πιο βαριεστημένη. Λίγη πρόκληση, κάπου;
Μέχρι και το ΝΜΑ αρχίσει να μου φαίνεται λιγότερο κακό μετά από τόσες φορές που έχω πάει. Και είναι αλήθεια ότι αφού έχεις φάει τις πρώτες κρυάδες, τον αποσυντονισμό, το ψυχρό περιβάλλον, τις αδιάφορα παρουσιασμένες πληροφορίες, τα πακτωμένα γλυπτά που έβγαζες τα μάτια σου να διαβάσεις ως φοιτητής από τις κακοτυπωμένες φωτοτυπίες του corpus, την απογοήτευση των εκμαγείων (αλήθεια, γιατί τόσες μακέτες; κανείς δεν τους μίλησε για τις νέες τεχνολογίες;), τελικά το παίρνεις πια απόφαση ότι την άκρη θα τη βγάλεις μόνος σου.
Και τότε είναι ωραία -σχεδόν. Σα να έχεις πάει σε ένα πάρτυ που είναι γεμάτο celebrities, αλλά δεν έχεις κανένα να σου εξηγήσει ποιος είναι ποιος. Έχεις τη χαρά ότι ήσουν κι εσύ εκεί, αλλά αν θέλεις να καμαρώσεις περισσότερο στους φίλους σου για το ποιους είδες, δε μπορείς να το κάνεις. "Είδα τον... έλα μωρέ, αυτόν που παίζει σε εκείνο το σίριαλ... τι σε ποιο κανάλι είναι, δεν ξέρεις;" Το πρόβλημα δεν είναι ότι δεν ξέρεις, αλλά ότι μάλλον δε θα μάθεις και ποτέ...
Και η ζωή κυλάει αργά στη χώρα του ποτέ ποτέ. Λίγη αδρεναλίνη κανείς;
Όχι. Γιατί δε βλέπω τίποτε που να μου κινητοποιεί τη σκέψη, ειλικρινά τίποτε. Βλέπω καλές ή κακές προσπάθειες, μικρές αλήθειες ή μεγαλύτερα ψέματα, ιεραρχίες, ομάδες, αλλά δε βλέπω τίποτε προκλητικό, τίποτε συγκλονιστικό. Τίποτε. Δεν έχω υπάρξει ποτέ πιο δραστήρια "κοινωνικά" και ποτέ πιο βαριεστημένη. Λίγη πρόκληση, κάπου;
Μέχρι και το ΝΜΑ αρχίσει να μου φαίνεται λιγότερο κακό μετά από τόσες φορές που έχω πάει. Και είναι αλήθεια ότι αφού έχεις φάει τις πρώτες κρυάδες, τον αποσυντονισμό, το ψυχρό περιβάλλον, τις αδιάφορα παρουσιασμένες πληροφορίες, τα πακτωμένα γλυπτά που έβγαζες τα μάτια σου να διαβάσεις ως φοιτητής από τις κακοτυπωμένες φωτοτυπίες του corpus, την απογοήτευση των εκμαγείων (αλήθεια, γιατί τόσες μακέτες; κανείς δεν τους μίλησε για τις νέες τεχνολογίες;), τελικά το παίρνεις πια απόφαση ότι την άκρη θα τη βγάλεις μόνος σου.
Και τότε είναι ωραία -σχεδόν. Σα να έχεις πάει σε ένα πάρτυ που είναι γεμάτο celebrities, αλλά δεν έχεις κανένα να σου εξηγήσει ποιος είναι ποιος. Έχεις τη χαρά ότι ήσουν κι εσύ εκεί, αλλά αν θέλεις να καμαρώσεις περισσότερο στους φίλους σου για το ποιους είδες, δε μπορείς να το κάνεις. "Είδα τον... έλα μωρέ, αυτόν που παίζει σε εκείνο το σίριαλ... τι σε ποιο κανάλι είναι, δεν ξέρεις;" Το πρόβλημα δεν είναι ότι δεν ξέρεις, αλλά ότι μάλλον δε θα μάθεις και ποτέ...
Και η ζωή κυλάει αργά στη χώρα του ποτέ ποτέ. Λίγη αδρεναλίνη κανείς;